O Ραφαέλ Περόνε γεννήθηκε στις 18 Δεκεμβρίου 1953 στο Μοντεβίδεο της Ουρουγουάης και έκανε τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα σε μια από τις μικρές τοπικές ομάδες της γεννέτειρας του. Από εκεί μεταπήδησε στις μικρές ομάδες της Ντανούμπιο και έγινε μέλος της πρώτης ομάδας το 1973, αγωνιζόμενος στη μεσαία γραμμή – κυρίως ως “δεκάρι”. Πέντε χρόνια αργότερα, το καλοκαίρι του 1978, πήρε μεταγραφή στον Ολυμπιακό όπου συνάντηση τον έτερο Ουρουγουανό του Θρύλου, Χούλιο Λοσάντα. Στην πρώτη του χρονιά στον Ολυμπιακό ήταν εκ των βασικών στελεχών της ομάδας: Πραγματοποίησε το ντεμπούτο του στις 3 Σεπτεμβρίου 1978 στον αγώνα με αντίπαλο τη Λάρισα, όπου ο Ολυμπιακός κέρδισε με 4-3 (με τον Περόνε μάλιστα να πετυχαίνει το πρώτο του γκολ στην Ελλάδα με απ’ευθείας εκτέλεση φάουλ – και 3ο του Ολυμπιακού στον αγώνα).
Ο Περόνε είχε πολύ καλό και δυνατό σου και δεν δίσταζε να δοκιμάσει το πόδι του, κάποιες φορές από μακριά και κάποιες άλλες κυριολεκτικά από… όπου βρισκόταν. Ο λόγος που ακόμη μνημονεύεται o Περόνε είναι φυσικά το νικηφόρο γκολ που πέτυχε στο 1-0 επί του Παναθηναϊκού, στο στάδιο Καραϊσκάκη (06/05/1979). Δεν ήταν ένα οποιοδήποτε παιχνίδι επι του βάζελου, αλλά ένα παιχνίδι ειδικών συνθηκών: Το πρώτο του Γιώργου Δεληκάρη με τη φανέλα του Παναθηναϊκού, απέναντι στην ομάδα που τον ανέδειξε, απέναντι στον κόσμο που τον δόξασε.
Το γήπεδο “έβραζε” και κάθε φορά που ο Δεληκάρης ακουμπούσε τη μπάλα ή έστω… πλησίαζε προς αυτή, γινόταν ο κακός χαμός από φωνές, σφυρίγματα, κραυγές (ο ίδιος ο Περόνε, είχε ομολογήσει τότε, μετά το ματς πως του έκαναν εντύπωση οι φανατισμένες κραυγές της ερυθρόλευκης εξέδρας προς το πρόσωπο του Γιώργου Δεληκάρη). Ο Ολυμπιακός πήρε τη νίκη με 1-0 με γκολ του Ουρουγουανού στο 26′, από απ’ευθείας εκτέλεση φάουλ από πλάγια δεξιά. Ο αστικός δημοσιογραφικός μύθος, λέει πως ο στόπερ του Παναθηναϊκού, Άνθιμος Καψής, είχε προειδοποιήσει τον τερματοφύλακα Βασίλη Κωνσταντίνου: “Πρόσεξε, γιατί μπορεί να είναι πλάγια, αλλά ο τρελός έχει γερά ποδάρια, είναι καλός και θα προσπαθήσει απ’ευθείας”. Όπερ και εγένετο, ο Περόνε σούταρε δυνατά και συρτά, η μπάλα πήγε προς τον Κωνσταντίνου που αιφνιδιάστηκε και κατέληξε τελικά στα δίχτυα του. Ο Καψής γύρισε στον Κωνσταντίνου: “Τι έγινε ρε συ; Αφού στο είπα…”. Για να γυρίσει ο Κωνσταντίνου και να απαντήσει “Άσε ρε, αυτός είναι ο καλός που μου’λεγες; Οι καλοί ρε τα βαράνε ψηλά, όχι στο πάτωμα…”.
Ο Περόνε σκόραρε επίσης με φάουλ ισοφαρίζοντας σε 3-3 τον ΟΦΗ (στο δραματικό ματς της τελευταίας αγωνιστικής της περιόδου 1978-79, όπου χρειαζόμασταν τη νίκη για να πάρουμε τον τίτλο, αλλά το μπλόκο που στήθηκε στην Κρήτη για να πάρει πρωτάθλημα η ΑΕΚ ήταν πραγματικά ασύλληπτο – θα μιλήσουμε για αυτή την ιστορία σε κάποιο αφιέρωμα).
Ο Ουρουγουανός μέσος αγωνίστηκε δύο χρόνια στον Ολυμπιακό, έχοντας 44 εμφανίσεις και 10 γκολ. Επιδίωξε να μείνει στο λιμάνι, υπηρετώντας μάλιστα στον Ελληνικό Στρατό, για να πάρει την Ελληνική υπηκοότητα (ώστε να μην πιάνει θέση ξένου), όπως έπραξε και ο Χούλιο Λοσάντα. Δυστυχώς όμως, όπως αποκάλυψε ο ίδιος σε συνέντευξη του, λόγοι ανωτέρας βίας τον ανάγκασαν να αποχωρήσει: “Η σοβαρή ασθένεια του γιου μου μας ανάγκασε να γυρίσουμε πίσω. Αν ήταν στο χέρι μου, θα έκλεινα την καριέρα μου στο Θρύλο. Δεν έφυγα ούτε για λεφτά ούτε για κανέναν άλλο λόγο. Εξάλλου μετά τον Ολυμπιακό ουσιαστικά η καριέρα μου τελείωσε. Ημουν ακόμη 27 χρονών και απόλυτα υγιής. Δεν ξανάπαιξα πουθενά και θέλω ο κόσμος του Ολυμπιακού να γνωρίζει ότι η επιθυμία μου ήταν να μείνω στη μεγαλύτερη ομάδα της Ελλάδας και πουθενά αλλού. Ο γέρος, πια, Περόνε αυτό θυμάται και μόνο: Οτι φόρεσε τη φανέλα μιας σπουδαίας ομάδας και ζητάει από τον κόσμο της να την αγαπάει και να βρίσκεται πάντα δίπλα της”.
Εκτός από την Ντανούμπιο και τον Ολυμπιακό, αγωνίστηκε ακόμη στις Νασιονάλ Μοντεβίδεο και τη Σαν Λουίς Ποτοσί του Μεξικού, ενώ όταν εγκατέλειψε το ποδόσφαιρο εργάστηκε για κάποιο διάστημα ως οδηγός ταξί στην Ουρουγουάη. Ο γιος του, Ντιέγκο Ραφαέλ Περόνε, έκανε επίσης σπουδαία καριέρα στην Ουρουγουάη και την ίδια ομάδα με τον πατέρα του (Ντανούμπιο), της οποίας είναι ο πρώτος σκόρερ της ιστορίας της με 72 γκολ. Το 2006 αγωνίστηκε για λίγο στα μέρη μας με τα χρώματα του Λεβαδειακού. Τέλος, γαμπρός του Περόνε είναι ο Αλβάρο Ρεκόμπα, με σπουδαία καριέρα στην Ίντερ και ένα μικρό πέρασμα (2008-2010) από την Ελλάδα και τον Πανιώνιο.